Χαρά και εργασία

262

Αυτούς που κάνουν ό,τι κάνω εγώ τώρα τους λένε ωτακουστές. Κι είναι μομφή αυτό. Δικαίως. Από πού και ως πού θέλεις ν’ ακούσεις πράματα που ο άλλος δε θέλει να τα ακούσεις. Δεν το θέλησα. Ο καλός καιρός έφταιξε. Που έγινε αιτία να ανοίξω το παράθυρο. Κι η ανάγκη μου για λίγο καλό καιρό έφταιξε. Που μ’ έσπρωξε ν’ ακουμπήσω στο παράθυρο και ν’ ακούσω αυτά που μια γυναίκα έλεγε σε κάποιον, έχοντας αφήσει κι αυτή το δικό της παράθυρο ανοιχτό, ίσως κι από δική της ανάγκη για λίγο καλό καιρό.

Θα φύγω. Το πήρα απόφαση. Τι υπομονή να κάμω; Για ποιο λόγο; Τάχα και γιατί θ’ αλλάξεις εσύ τώρα μετά από τόσα χρόνια, γιατί θ’ αλλάξω κι εγώ; Πες μου, για ποιο λόγο. Σ’ το είπα από την αρχή: Ζύγισέ το. Με με βγάζεις από το δρόμο μου για να κάνεις πειράματα. Το ζύγισα, μου είχες πει. Ας ρωτήσουμε αν θες και έναν τρίτο. Μπορεί να ζήσει μια γυναίκα μ’ έναν άντρα που διαρκώς ρωτάει «γιατί;». Σου λέω: Γιάννη έχω ένα βάρος ασήκωτο, πνίγομαι. Και συ ρωτάς: Γιατί; Σου λέω: Γιάννη, δεν είναι ζωή αυτή, δεν είναι τρόπος αυτός που ζούμε, κάτι πρέπει ν’ αλλάξει. Και συ μου λες: Μα γιατί; Σου λέω: Γιάννη, πρόσεξε, όπως δε με ρώτησαν τα αισθήματά μου όταν άρχισαν, δε θα με ρωτήσουν και όταν τελειώσουν, όταν σβήσουν. Καταλαβαίνω ότι κάτι τελειώνει. Και συ με ρωτάς: Γιατί; Σε παρακάλεσα χιλιάδες φορές, σε ικέτεψα, χτες ακόμα: Γιάννη, αν δεν μπορείς να πεις τίποτ’ άλλο, τουλάχιστον μη λες αυτό το ανυπόφορο γιατί. Με χτυπάει στα νεύρα. Με φέρνει σε απόγνωση. Προτιμώ να με βρίσεις, να μη μου δώσεις απάντηση, ν’ ανοίξεις την πόρτα και να φύγεις, αλλά όχι αυτό. Και τότε εσύ μου είπες: Μα γιατί;

Δεν ξέρω γιατί, αλλά είμαι με το μέρος της. Καλά του τα λες, μονολογώ, καλά του τα λες, και είδες τον εκεί. Τσιμουδιά δε βγάζει.

Δεν αντέχω, συνεχίζει εκείνη, όλη μέρα κλεισμένη εδώ μέσα, δεν αντέχω. Εσύ νομίζεις ότι μπορεί να χορτάσει μια ζωή με το χρέος. Αμ’ δεν μπορεί. Έχει και χαρές ετούτη η ζωή. Θα φύγω. Τελείωσε. Χώνεψέ το. Εσύ είσαι μεταμορφωμένος ο θάνατος. Κι εγώ θέλω να ζήσω. Τ’ άκουσες;

Βγάζω το κεφάλι μου έξω από το παράθυρο και βλέπω μέσα στο ξένο δωμάτιο.

Μόνη της μιλάει. Σιδερώνει και μιλάει.

[Κική Δημουλά, Εκτός Σχεδίου (εκδ. Ίκαρος) || Pablo Picasso, Woman Ironing (1904)]

Υπάρχουν μοίρες που τις προκαλεί κανείς και που προσαρμόζονται σε αυτόν

Intelligence is the ability to adapt to change

Τα ευέλικτα άτομα έχουν την ικανότητα να προσαρμόζονται στον μέσο όρο κι έπειτα να μεταστρέφουν τις συνθήκες υπέρ τους για να επιτύχουν τους στόχους τους, όπως ο παλαιστής του τζούντο που κατευθύνει τη δύναμη του αντιπάλου του προς ίδιον όφελος.

Θα φέρουμε ένα παράδειγμα που απαντάται σε διάφορα λαϊκά παραμύθια: τον αγώνα ανάμεσα στο νερό, τον βράχο και το σπαθί.

Ο βράχος και το σπαθί πίστευαν ότι μπορούσαν να νικήσουν το νερό, επειδή το σπαθί θα το τραυμάτιζε, θα το χώριζε στα δύο, όπως χωρίζει οποιοδήποτε πράγμα, ενώ ο βράχος ήξερε ότι θα έπεφτε πάνω στο νερό και θα το κατέστρεφε. Ωστόσο, ούτε ο βράχος μπορεί να πληγώσει το νερό, απλώς το κάνει να παρεκκλίνει της πορείας του, ούτε το σπαθί, όσο και να βυθίσει τη λεπίδα του μές στο νερό, δεν το χωρίζει στα δύο. Το νερό προσαρμόζεται, τυλίγει το σπαθί, δεν παύει να ρέει και μπορεί, αντίθετα, να διαβρώσει αυτό τον βράχο και να κάνει το σπαθί να σκουριάσει και να μην κόβει.

Η υπομονή, η ηρεμία και η δυνατότητα προσαρμογής είναι ισχυρότερα όπλα. Το μαλακό – το νερό – αγκαλιάζει, ενώ το σκληρό – ο βράχος – αποδιώχνει. Μπορεί μία αιχμηρή πέτρα να είναι απειλητική, αλλά όταν το νερό εισχωρήσει στις σχισμές της και παγώσει, θα την κάνει κομμάτια. Η πέτρα θα σπάσει.

Ο δρόμος μας μπορεί να μας οδηγήσει σε πολλά μέρη, αλλά για να μάθουμε για αυτά, χρειάζεται να είμαστε σαν το νερό, να προσαρμοζόμαστε στην κοίτη των γεγονότων. Δεδομένου ότι ο κόσμος ποτέ δεν θα προσαρμοστεί σ’ εμάς, οφείλουμε να είμαστε ευέλικτοι σαν το μπαμπού, που λυγίζει με τον άνεμο αλλά δεν σπάει.

Κάθε φορά που ένα ποτάμι περνάει από έναν τόπο, μαζεύει στην κοίτη του ό,τι έχει ζήσει σε αυτό τον τόπο, όλα όσα έχουν συμβεί. Αυτά το πλουτίζουν. Με τον ίδιο τρόπο, ό,τι συναντάμε στον δρόμο μας μας τρέφει και μας προσφέρει σοφία, πάντα και εφόσον δεν θέλουμε να το καταστρέψουμε, να το καθυποτάξουμε ή να το περιφρονήσουμε.

Σε πολλές σχέσεις, ένα από τα μέλη του ζευγαριού ή και τα δύο προσπαθούν να αλλάξουν τον άλλον, να τον σμιλέψουν, ώστε να γίνει όπως θα τους άρεσε πραγματικά να είναι. Προσπαθούν να εξαναγκάσουν τον άλλον να είναι κάτι που δεν είναι. Το μυστικό των ευτυχισμένων ζευγαριών, όπως και κάθε είδους διαπροσωπικής σχέσης, είναι το να αθροίζουν ελευθερίες.

Το πεπρωμένο μας το φτιάχνουμε με τη φαντασία μας και με τις πρωτοβουλίες μας, αλλά κάθε πράξη μας χρειάζεται να είναι κομμένη και ραμμένη στα μέτρα των μεταβλητών συνθηκών.

Πρέπει να παρατηρούμε και να αντιλαμβανόμαστε πρώτα και μετά να πράττουμε.

Προσαρμογή από το βιβλίο του Allan Percy, Έρμαν Έσσε – 66 Μαθήματα Καθημερινής Σοφίας (εκδ. Πατάκη)